H ΣΠΗΛΙΑ ΤΗΣ ΚΟΚΚΙΝΑΣ
Η Σπηλιά βρίσκεται ακριβώς δίπλα στην Κοκκίνα, χωριό της άλλοτε πάλαι ονομαστής κοινότητας Περιβλέπτου και σήμερα δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Φερών. Η Κοκκίνα(Μουσοφακλί η παλιά τουρκική ονομασία της) απέχει από το Περίβλεπτο περίπου 4 χιλιόμετρα και 20 από το Βελεστίνο. Το σπήλαιο της στους πρόποδες του όρους Καραντάου(Μαύρο βουνό) σε μια άκρη του χωριού δίπλα από το σπίτι του Τριαντάφυλλου Κουρκοβέλα και περίπου 200 μέτρα από την Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου της Κοκκίνας. Όταν περάσεις το κατώφλι του Σπηλαίου ακούς μια βουή σα να περνά ποτάμι νερού κάτω από τα πόδια σου και αισθάνεσαι ένα ψυχρό ρεύμα αέρα να διαπερνά το πρόσωπό σου και όλο το σώμα σου. Οι γεροντότεροι κάτοικοι της Κοκκίνας με πληροφόρησαν, ότι πριν εφοδιαστούν τα νοικοκυριά τους με ψυγεία και καταψύκτες πήγαιναν εκεί τα δοχεία και τα βαρέλια με το τυρί για να μην αλλοιωθούν από την αφόρητη ζέστη του καλοκαιριού για να μην αλλοιωθούν.
Υπάρχει επίσης μια παράδοση από τα χρόνια της τουρκοκρατίας που κάθε άλλο δε κάνει να μας τονίζει το μυστήριο, την πραγματική του ύπαρξη, αλλά και τη σπουδαιότητα του Σπηλαίου της Κοκκίνας. Την παράδοση τούτη μας την αναφέρει ο ιστορικός και Ακαδημιακός Σπ. Λάμπρου και μας τη διασώζει με λεπτομέρεια, αφού την άκουσε, όπως μας πληροφορεί από τα χείλη του Μουσοφακλιώτη πατέρα του, ο ιστορικός και καταγόμενος από την Κοκκίνα Δημήτριος Στεργιόπουλος δημοσιευμένη στο περιοδικό «Κείμενα του Βόλου». Ας αφήσουμε όμως το Δημήτριο Στεργιόπουλο με το δικό του τρόπο να μας εξιστορεί του τη τη σημαντική πληροφορία:
«Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη, δoς την μπάτσο νά γυρίσει, παραμύθι ν' αρχινήσει, oντας ήταν οi τούρκοι στη Θεσσαλία. Ένας τσομπάνος, βόσκοντας τα γιδοπρόβατά του σε μια απ' αυτές τις βουνοπλαγιές του βουνού Καραντάου κατά τη μεριά του Μουσαφακλιού (Χαλκοδώνιου), είδε μια μέρα βρεγμένο το γενάκι κάποιου τράγου. Κει γύρω δεν υπήρχε νερό και προχώρησε ψάχνοντας, για να βγει απ' την απορία Ανάμεσα δυο βράχια, κοιτάει και βλέπει: Χορτάτη φλέβα υπόγειου νερού, πού κύλαγε προς άγνωστη κατεύθυνση! Ταραγμένος ο βλαχάκος, δεν κατάλαβε και του έπεσε μέσα ή φλογέρα, του. Αυτή την παράσυρε το ρεύμα και την έβγαλε στο Κεφαλόβρυσο του Βελεστίνου, στ' ακρόνυχα του τζαμιού!Αρβανίτες με τα σελάχια φύλαγαν την κόφτρα, την ανάσυραν και την πήγαν στον αγά του Βελεστίνου. Έξυπνος ο αγάς, πρόσταξε να την κρεμάσουν σε μια ακακία τού παζαριού κι έβαλε φρουροί, την Παρασκευή, μέρα του παζαριού, θα συλλάβαιναν τον άνθρωπο, που την έχασε και πού θαρχόνταν, απαραίτητα, για να ψωνίσει Ό τσομπάνος κατέβηκε στο Βελεστίνο ν' αγοράσει — τι άλλο; —φλογέρα, σαν τον Κουτσογιάννη, αργότερα, του Χριστοβασίλη. Ποιο είδος φλογέρας προτίμαγε; Μια απλή ή καλαμένια ή μια κοκκάλινη από αετοκόκαλο δυσκολόβρεστο ή μια ξύλινη ή σιδερένια από λαμνί ντουφεκιοΰ ή τζαμάρα ή μια φλογερίτσα ή παρόμοια κι ακόμα μπορούσε μια ολόιδια κι ολόφτυστη, με την πεσμένη στο νερό, σύντροφο της μοναξιάς και βουκολικό ακκομπανιαμέντο... Στο παζάρι την πήρε το μάτι του κρεμασμένη, κοντοζύγωσε, την συντόμοιασε, τον κατάλαβαν οι τούρκοι και τον κουβάλησαν στον αφέντη τους, γι' ανάκριση. Τάπε όλα, όσα ήξερε για το νερό, στον τροβά τα φιλέματα του καταευχαριστημένου αγά και κίνησε να φύγει. Λίγο πσραέξω απ' το Βελεστίνο, τον πρόλαβαν οι βελεστινιώτες τούρκοι καϊ τόν σκότωσαν! Για να μη μαρτυρήσει την πηγή και το μάθαινε ο μπέης στα Φέρσαλα, οπότε θα ζήταγε ή αφεντιά του τη βρυσομάνα στη δικαιοδοσία του
Σ.Σ.: Την παράδοση άκουσε, εκτός του Σπ. Λάμπρου, κι ο πατέρας μου από γέρικα χείλια Μουσαφακλιωτών, την πρώτη 15ετία του 1900.Σαράντα, σήμερα, ή πανώρια βλάχα νύφη μου Ελευθερία Κυρίτση, μου διηγήθηκε προτού ξεκινήσω προς Ιρινί και Βελεστίνο, πως μικρούλαάκουσε την Ιστορία της φλογέρας από εκατόχρονους Λαριοινούς παππούδες της, να λένε για το πέσιμο της στο Κεφαλόβρυσο του Βελεστίνου και το βγάλσιμό της στο χωριό ΣουλιμέΖι (τωρινή ονομασία, Καλό Νερό της Λάρισας), στο μέρος Ν τ ε ρ έ (τουρκ. σημαίνει, λιμνούλα, λιμνίτσα).
Ή φωνή της απόγνωσης των ειδικών! Τό υπόγειο νερό περνάει απάνω απ το σπίτι τουΤριαντάφυλλου Κουρκουβέλα, που είναι απέναντι στην εκκλησιά του Αη — Γιώργη, του Μουσαφακλιώτη, απόσταση, καμιά 200αρια μέτρα πέρα. Οι κάτοικοι του χωριού βάζουν σε σχισμή (2X2 μ.) — τοϋρμπο ψυχρού αέρα και βουητού — στάμνες, φαγητά και καρπούζια, το καλοκαίρι, και γίνονται κρύα μπούζι Το χειμώνα, αναδίνει άχνες και ντουμάνι αερίων θερμών ΙΟι κάτοικοι του χωριού βάζουν σε σχισμή (2X2 μ.) — τοϋρμπο ψυχρού αέρα και βουητού — στάμνες, φαγητά και καρπούζια, το καλοκαίρι, και γίνονται κρύα μπούζι Το χειμώνα, αναδίνει άχνες και ντουμάνι αερίων θερμών ΙΜηχανικοί και γεωλόγοι του Κράτους γεώτρησαν τον τόπο, σκάλισσν δειγματοληπτικά, ταλαιπωρήθηκαν, κατασπατάλησαν καιρό και δημόσιο χρήμα κι αποτέλεσμα μηδέν. Μήτε άκρια του υπόγειου τρέξιμου του νερού βρήκαν, μήτε τέρμα!» Κάπου εδώ τελειώνει το αξιόλογο άρθρο του Δημητρίου Στεργιόπουλου..
Εκείνο που έχω να σημειώσω είναι ότι η Σπηλιά της Κοκκίνας κρύβει πολλά…Δε μας έχει ξετυλίξει ακόμη όλο το κουβάρι της ιστορίας της. Πρέπει να γίνουν ενέργειες είτε από το Δήμο Φερών, είτε από κάποιο άλλο φορέα έτσι ώστε να έλθουν ειδικοί σπηλαιολόγοι οι οποίοι να ερευνήσουν διεξοδικά τη Σπηλιά της Κοκκίνας. Δε φθάνει μόνο να έλθουν και να ρίξουν μια ματιά…..Έχω τη γνώμη ότι η έρευνα πρέπει να γίνει σε βάθος χρόνου γιατί αξίζει τον κόπο. Εάν ή έρευνα στεφθεί από επιτυχία και βρεθεί η σπηλιά της Κοκκίνας με σταλακτίτες και σταλαγμίτες τότε θα αλλάξει το μέλλον όλων των κατοίκων της περιοχής. Ας το αποτολμήσουμε…… Αξίζει οποιονδήποτε κόπο και κάθε οικονομική θυσία.
Τσιακούμης Παναγιώτης
Η Σπηλιά βρίσκεται ακριβώς δίπλα στην Κοκκίνα, χωριό της άλλοτε πάλαι ονομαστής κοινότητας Περιβλέπτου και σήμερα δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Φερών. Η Κοκκίνα(Μουσοφακλί η παλιά τουρκική ονομασία της) απέχει από το Περίβλεπτο περίπου 4 χιλιόμετρα και 20 από το Βελεστίνο. Το σπήλαιο της στους πρόποδες του όρους Καραντάου(Μαύρο βουνό) σε μια άκρη του χωριού δίπλα από το σπίτι του Τριαντάφυλλου Κουρκοβέλα και περίπου 200 μέτρα από την Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου της Κοκκίνας. Όταν περάσεις το κατώφλι του Σπηλαίου ακούς μια βουή σα να περνά ποτάμι νερού κάτω από τα πόδια σου και αισθάνεσαι ένα ψυχρό ρεύμα αέρα να διαπερνά το πρόσωπό σου και όλο το σώμα σου. Οι γεροντότεροι κάτοικοι της Κοκκίνας με πληροφόρησαν, ότι πριν εφοδιαστούν τα νοικοκυριά τους με ψυγεία και καταψύκτες πήγαιναν εκεί τα δοχεία και τα βαρέλια με το τυρί για να μην αλλοιωθούν από την αφόρητη ζέστη του καλοκαιριού για να μην αλλοιωθούν.
Υπάρχει επίσης μια παράδοση από τα χρόνια της τουρκοκρατίας που κάθε άλλο δε κάνει να μας τονίζει το μυστήριο, την πραγματική του ύπαρξη, αλλά και τη σπουδαιότητα του Σπηλαίου της Κοκκίνας. Την παράδοση τούτη μας την αναφέρει ο ιστορικός και Ακαδημιακός Σπ. Λάμπρου και μας τη διασώζει με λεπτομέρεια, αφού την άκουσε, όπως μας πληροφορεί από τα χείλη του Μουσοφακλιώτη πατέρα του, ο ιστορικός και καταγόμενος από την Κοκκίνα Δημήτριος Στεργιόπουλος δημοσιευμένη στο περιοδικό «Κείμενα του Βόλου». Ας αφήσουμε όμως το Δημήτριο Στεργιόπουλο με το δικό του τρόπο να μας εξιστορεί του τη τη σημαντική πληροφορία:
«Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη, δoς την μπάτσο νά γυρίσει, παραμύθι ν' αρχινήσει, oντας ήταν οi τούρκοι στη Θεσσαλία. Ένας τσομπάνος, βόσκοντας τα γιδοπρόβατά του σε μια απ' αυτές τις βουνοπλαγιές του βουνού Καραντάου κατά τη μεριά του Μουσαφακλιού (Χαλκοδώνιου), είδε μια μέρα βρεγμένο το γενάκι κάποιου τράγου. Κει γύρω δεν υπήρχε νερό και προχώρησε ψάχνοντας, για να βγει απ' την απορία Ανάμεσα δυο βράχια, κοιτάει και βλέπει: Χορτάτη φλέβα υπόγειου νερού, πού κύλαγε προς άγνωστη κατεύθυνση! Ταραγμένος ο βλαχάκος, δεν κατάλαβε και του έπεσε μέσα ή φλογέρα, του. Αυτή την παράσυρε το ρεύμα και την έβγαλε στο Κεφαλόβρυσο του Βελεστίνου, στ' ακρόνυχα του τζαμιού!Αρβανίτες με τα σελάχια φύλαγαν την κόφτρα, την ανάσυραν και την πήγαν στον αγά του Βελεστίνου. Έξυπνος ο αγάς, πρόσταξε να την κρεμάσουν σε μια ακακία τού παζαριού κι έβαλε φρουροί, την Παρασκευή, μέρα του παζαριού, θα συλλάβαιναν τον άνθρωπο, που την έχασε και πού θαρχόνταν, απαραίτητα, για να ψωνίσει Ό τσομπάνος κατέβηκε στο Βελεστίνο ν' αγοράσει — τι άλλο; —φλογέρα, σαν τον Κουτσογιάννη, αργότερα, του Χριστοβασίλη. Ποιο είδος φλογέρας προτίμαγε; Μια απλή ή καλαμένια ή μια κοκκάλινη από αετοκόκαλο δυσκολόβρεστο ή μια ξύλινη ή σιδερένια από λαμνί ντουφεκιοΰ ή τζαμάρα ή μια φλογερίτσα ή παρόμοια κι ακόμα μπορούσε μια ολόιδια κι ολόφτυστη, με την πεσμένη στο νερό, σύντροφο της μοναξιάς και βουκολικό ακκομπανιαμέντο... Στο παζάρι την πήρε το μάτι του κρεμασμένη, κοντοζύγωσε, την συντόμοιασε, τον κατάλαβαν οι τούρκοι και τον κουβάλησαν στον αφέντη τους, γι' ανάκριση. Τάπε όλα, όσα ήξερε για το νερό, στον τροβά τα φιλέματα του καταευχαριστημένου αγά και κίνησε να φύγει. Λίγο πσραέξω απ' το Βελεστίνο, τον πρόλαβαν οι βελεστινιώτες τούρκοι καϊ τόν σκότωσαν! Για να μη μαρτυρήσει την πηγή και το μάθαινε ο μπέης στα Φέρσαλα, οπότε θα ζήταγε ή αφεντιά του τη βρυσομάνα στη δικαιοδοσία του
Σ.Σ.: Την παράδοση άκουσε, εκτός του Σπ. Λάμπρου, κι ο πατέρας μου από γέρικα χείλια Μουσαφακλιωτών, την πρώτη 15ετία του 1900.Σαράντα, σήμερα, ή πανώρια βλάχα νύφη μου Ελευθερία Κυρίτση, μου διηγήθηκε προτού ξεκινήσω προς Ιρινί και Βελεστίνο, πως μικρούλαάκουσε την Ιστορία της φλογέρας από εκατόχρονους Λαριοινούς παππούδες της, να λένε για το πέσιμο της στο Κεφαλόβρυσο του Βελεστίνου και το βγάλσιμό της στο χωριό ΣουλιμέΖι (τωρινή ονομασία, Καλό Νερό της Λάρισας), στο μέρος Ν τ ε ρ έ (τουρκ. σημαίνει, λιμνούλα, λιμνίτσα).
Ή φωνή της απόγνωσης των ειδικών! Τό υπόγειο νερό περνάει απάνω απ το σπίτι τουΤριαντάφυλλου Κουρκουβέλα, που είναι απέναντι στην εκκλησιά του Αη — Γιώργη, του Μουσαφακλιώτη, απόσταση, καμιά 200αρια μέτρα πέρα. Οι κάτοικοι του χωριού βάζουν σε σχισμή (2X2 μ.) — τοϋρμπο ψυχρού αέρα και βουητού — στάμνες, φαγητά και καρπούζια, το καλοκαίρι, και γίνονται κρύα μπούζι Το χειμώνα, αναδίνει άχνες και ντουμάνι αερίων θερμών ΙΟι κάτοικοι του χωριού βάζουν σε σχισμή (2X2 μ.) — τοϋρμπο ψυχρού αέρα και βουητού — στάμνες, φαγητά και καρπούζια, το καλοκαίρι, και γίνονται κρύα μπούζι Το χειμώνα, αναδίνει άχνες και ντουμάνι αερίων θερμών ΙΜηχανικοί και γεωλόγοι του Κράτους γεώτρησαν τον τόπο, σκάλισσν δειγματοληπτικά, ταλαιπωρήθηκαν, κατασπατάλησαν καιρό και δημόσιο χρήμα κι αποτέλεσμα μηδέν. Μήτε άκρια του υπόγειου τρέξιμου του νερού βρήκαν, μήτε τέρμα!» Κάπου εδώ τελειώνει το αξιόλογο άρθρο του Δημητρίου Στεργιόπουλου..
Εκείνο που έχω να σημειώσω είναι ότι η Σπηλιά της Κοκκίνας κρύβει πολλά…Δε μας έχει ξετυλίξει ακόμη όλο το κουβάρι της ιστορίας της. Πρέπει να γίνουν ενέργειες είτε από το Δήμο Φερών, είτε από κάποιο άλλο φορέα έτσι ώστε να έλθουν ειδικοί σπηλαιολόγοι οι οποίοι να ερευνήσουν διεξοδικά τη Σπηλιά της Κοκκίνας. Δε φθάνει μόνο να έλθουν και να ρίξουν μια ματιά…..Έχω τη γνώμη ότι η έρευνα πρέπει να γίνει σε βάθος χρόνου γιατί αξίζει τον κόπο. Εάν ή έρευνα στεφθεί από επιτυχία και βρεθεί η σπηλιά της Κοκκίνας με σταλακτίτες και σταλαγμίτες τότε θα αλλάξει το μέλλον όλων των κατοίκων της περιοχής. Ας το αποτολμήσουμε…… Αξίζει οποιονδήποτε κόπο και κάθε οικονομική θυσία.
Τσιακούμης Παναγιώτης